Σάββατο 23 Νοεμβρίου 2013

Η ποίηση της Ράνιας Καταβούτα


Των ποιητών, κανονικών ανθρώπων



Οι ποιητές ζουν κάποτε

ανάμεσα στους κανονικούς ανθρώπους.

Πάνε στο περίπτερο, στο σούπερ μάρκετ,

καλλιεργούν τη γη ή πλένουν πιάτα.

Μόνο που, μια στιγμή, εκεί που καθαρίζουν

η σκέψη τους γίνεται πουλί,

στον αφρό της σαπουνάδας

γλιστράνε οι λέξεις,

μέσα απ’ το χώμα φυτρώνουν τα λόγια,

στίχοι γίνονται στο δρόμο τα βήματά τους.

Οι ποιητές είναι άνθρωποι κανονικοί

ζουν, όμως, ανάμεσα

σε μια πληγή και μια γιορτή.




Σαν ξεχασμένη Anne Sexton



Σαν ξεχασμένη Anne Sexton
θα γράψω ένα ποίημα για το “μας”
πως από κάπου εκεί ξεκινάς
και κάπου εκεί σταματάς
να ψάχνεις μια ζωή το “μας”
τον ήλιο που σου δείχνει
τα χέρια που σου ανοίγει
το βλέμμα που σου δίνει
κι όλη τη λύτρωση στην κόπωση το βράδυ,
όπως δυο όνειρα που απ’το κεφάλι του ενός
χοροπηδάνε στο κεφάλι του άλλου,
άτακτα παιδιά που χορεύουν με τις μνήμες,
τα κύτταρα των πρώτων μας εικόνων,
γλιστράνε στην παιδική χαρά των ήχων του σώματός μας
κι όλα αυτά για την παλάμη
που έβαλες το βράδυ στο πρόσωπό μου
λίγο πάνω απ’τα μάτια
και μου λες “κοιμήσου, Ρανιώ”
μην πάει χαμένο τόσο σκοτάδι.



{Γραμμές του σώματος}



Γραμμές του σώματος

κι άλλα ηδονικά

τα μάτια, τα μαλλιά, τα χείλη.

Κυρίως, όμως, αυτές

οι αισθαντικές γραμμές

και κείνη η ζείδωρη ευφορία

να καβαλάς τα σύννεφα

νεφεληγερέτης -πώς τό’ λεγεν ο Όμηρος; -

Για κείνη τη στιγμή λοιπόν,

στον καλπασμό των κυμάτων

να ομνύεις

που από τα βάθη βγαίνουν στον αφρό

κι ύστερα πάλι πίσω.


Πάβελ



Δεν κατάλαβε πώς εξαφανίστηκε ο εντός του άνθρωπος. Πως έφυγε από μια σχισμή, κάπου ανάμεσα σε μια ανάσα και ένα ανοιγοκλείσιμο των ματιών. Πως σκαρφάλωσε από μέσα του, πέρασε τα στενά των βρόγχων, ανέβηκε την τραχεία, κολύμπησε στα ιγμόρεια και γλίστρησε απ’ τα ρουθούνια. Έτσι βγήκε, σαν αέρας. Πώς ήταν το όνομά του; Δύσκολα θυμάται… “Πάβελ. Πάβελ Κόχουτ..” επαναλάμβανε μουρμουρίζοντας ανάμεσα απ’τα δόντια. “Πάβελ Κόχουτ” σαν ξόρκι τρανσυλβάνιο που τριγυρνούσε πίσω από βαριές πόρτες κι ομίχλες.
Και έτσι έμεινε άδειος ο μέσα του εαυτός. Το ξόρκι πήρε φεύγοντας όλα τα αισθήματα και όλες τις σκέψεις.
“Πόσο καιρό συμβαίνει αυτό;”. Άνοιξε τα μάτια και τρόμαξε.



My angel by the sea



Περπατούσε και σκεφτόταν, περπατούσε και σκεφτόταν. Τα όνειρά του ταξίδευαν κάθε μέρα στο γκρι. Μελωδίες σπάνιες και ξαφνικές έρχονταν από τη βαθιά σήραγγα του μυαλού του. Δεν έβλεπε τα ρούχα που έβαζε, δεν κοιτούσε στον καθρέφτη, τι να δει από το άδειο βλέμμα; Μάζευε φωτογραφίες, τραπουλόχαρτα, ξερά φύλλα, ανάσες και αφές από παλτά που βγήκαν στα πρωτοβρόχια. Πάντα στις τσέπες του είχε κάτι, να χαρίσει στα παιδιά, να δώσει στον άστεγο, να ξεγελάσει τον άνθρωπο που έφυγε. Μια μέρα κατέβηκε στη θάλασσα, στην ασπρόμαυρη παραλία. Τα φτερά του έτρεμαν, κάπως κρύωνε. Δεν πήγε να μαζέψει κοχύλια, δεν πήγε να χαζέψει τα πουλιά, ούτε να πάρει τις ψυχές. Βαρέθηκε την τόση ησυχία και γλίστρησε για πάντα στα νερά.




Η Ράνια Καταβούτα, ζει - εργάζεται - πορεύεται - δημιουργεί στην Θεσσαλονίκη. Το κύριο επάγγελμα της είναι φιλόλογος. 
Γράφει από πολύ μικρή και δημοσιεύει την δουλειά της στο blog που διατηρεί http://razzrania.wordpress.com./ .

Παρασκευή 15 Νοεμβρίου 2013

Παρουσίαση της ποιητικής συλλογής «Αποστασία» της Στέλλας Κωνσταντίνου που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ars Poetica


Οι εκδόσεις Ars Poetica, 
o Σύλλογος Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, 
ο Σύλλογος Κυπρίων Νομού Πέλλας 
και το Θεατρικό Εργαστήρι Γιαννιτσών 
με ιδιαίτερη χαρά σας ενημερώνουν και σας προσκαλούν στην παρουσίαση της πρώτης ποιητικής συλλογής «Αποστασία» της Στέλλας Κωνσταντίνου που θα πραγματοποιηθεί την Τετάρτη 20 Νοεμβρίου 2013 στις 18:30 στο Wine – Bar «Piccolo» Καπετάν Ρούμπα 3 στα Γιαννιτσά.

Για την ποιήτρια και το έργο της θα μιλήσουν:

ο Γιάννης Πετρόπουλος: δάσκαλος, συγγραφέας

και η Ράνια Καταβούτα: ποιήτρια, υπ. διδάκτορας φιλολογίας στο ΑΠΘ,

Ποιήματα της Στέλλας Κωνσταντίνου θα διαβάσουν οι ηθοποιοί του Θ.Ε.Γ.

Ελένη Γκιρκινούδη, 
Αλεξάνδρα Ιορδανίδου Γραμματικού 
και η Γεωργία Ταχτσίδου.

Την εκδήλωση θα πλαισιώσει με μουσικές στο πιάνο ο μουσικός Νίκος Μπούμπας.




Το βιβλίο:

Μπορεί να γίνει ο μόχθος της καθημερινότητας έμπνευση για ποίηση;. 
Μπορεί το αυγουστιάτικό φεγγάρι που βλέπουμε μέσα από το παράθυρο του διαμερίσματός μας σε μια πόλη να μας καλέσει σε ποιητικές αναζητήσεις; 
Μπορεί ένα κυριακάτικο τηλεμαγκαζίνο να αποτελέσει έναυσμα για μια ένα ποίημα καταγγελίας για τον σύγχρονο τρόπο ζωής;

Η ποίηση της Στέλλας Κωνσταντίνου είναι μια μορφή καταγγελίας και οργής για την διεστραμμένη καθημερινότητα που βιώνουμε στην σύγχρονη πραγματικότητα και επιπλέον μια μορφή ξεσπάσματος οργής. Μια οργή που κατευθύνεται σε όλους εμάς που δεν βλέπουμε ότι μπροστά στα μάτια μας εμείς οι ίδιοι βιώνουμε και πανηγυρίζουμε την καταστροφή μας.

Η “Αποστασία” είναι ένα βιβλίο που θέλει να μας υπενθυμίσει ότι αν δεν αλλάξουμε εμείς οι ίδιοι, οι ζωές μας θα παραμείνουν εκεί που είναι: στο τέλμα της καθημερινότητας. Η ποιήτρια μας το λέει αυτό με όλους τους τόνους και με όλα τα μέσα που διαθέτει: την ποίηση δηλαδή.




Η ποιήτρια:

Η Στέλλα Κωνσταντίνου γεννήθηκε στη Λευκωσία της Κύπρου το 1973 και από το 1975 είναι μόνιμη κάτοικος της Ελλάδας και μένει στα Γιαννιτσά. Η “Αποστασία” είναι η πρώτη της ποιητική συλλογή.

Ένα απόσπασμα από το βιβλίο:


ΕΝΑ ΔΕΥΤΕΡΟΛΕΠΤΟ ΚΑΙ ΕΝΑ ΑΚΟΜΑ

Στο τικ και στο τακ του παλιού εκκρεμούς 
η ζωή μου τραμπαλίζεται, βουτάει στον Άδη 
το εξιλαστήριο θύμα στη θράκα σιγοβράζει 
το παιδί δίνει στον πατέρα το μήλο 
ο πατέρας δίνει σε ’κείνην 
αυτό που πραγματικά θα ’θελε να θέλει 
τα χαμόγελα και τα φιδίσια φιλιά 
στους γλουτούς μου καρφωμένα με πινέζα 
η ντίλερ κάνει επίδειξη των προσόντων της 
στις happy sexy real women 
η βάρδια 3 – 11 της γυναικείας μου υπόστασης 
-με φθισιδιασμένη όψη- 
τρέχει πίσω απ’ την αγέλη για ένα μικρό κόκαλο 
με μυρωδιά από σάρκα 
αλαλάζοντας μήπως τη φάνε κι αυτήν. 
Γιατί τα σκοτώνουν τα άλογα όταν γεράσουν. 
Έτσι δεν κάνουν;

Πετάει πάνω από τα σύννεφα 
μυρίζεται την άνοιξη και τη φθινοπωρινή βροχή 
βλέπει το παιδί με το θαλασσί μπαλόνι 
τους γονείς του στο παγκάκι 
να γελούν αγκαλιασμένοι 
τους απεργούς 
να μοιράζουν τα ανεκπλήρωτα αιτήματά τους στους λαθρομετανάστες 
-έτσι για συμπαράσταση και αλληλεγγύη- 
τη γιαγιά 
να βάζει φωτιά σε κάδους και να κατεβάζει βιτρίνες φαρμακείων 
τις ντίλερ της avon, της tupper και των βιβλίων μαγειρικής 
να περπατούν ντυμένες με το εμπόρευμα 
-και όποιος βλέπει ας ρίχνει και κανένα φράγκο.

Στο τικ και στο τακ, εφιάλτης και νιρβάνα. 
Σουρεαλισμός και ρομαντισμός. 
Αλήθεια και αλήθεια.

Παραμύθι και παραμύθι. 
Τα άλογα… Τα σκοτώνουν τα άλογα όταν γεράσουν; 
Ο δήμιος… Φοράει κουκούλα ο δήμιος; 
Θα έχει και πλήθος από κάτω;